Όπως
στις περισσότερες χώρες του Δυτικού
κόσμου, έτσι και στην Ελλάδα ζει και
εργάζεται ένα σύγχρονο εργατικό δυναμικό
που διαφέρει για τη σχέση του με την
εργασία, την απασχόληση και την κοινωνία.
Πρόκειται για το περιπλανώμενο
μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό που
απασχολείται κυρίως σε προσωπικές
υπηρεσίες (Ψημμένος, 2008). Για την
κοινωνιολογία, τα ερωτήματα γύρω από
το συγκεκριμένο πληθυσμό είναι πολλά.
Ωστόσο, ως κεντρικά ερωτήματα μπορούν
να οριστούν οι εξής: ποιες κοινωνικές
σχέσεις οδηγούν τους ανθρώπους σε αυτές
τις υπηρεσίες, τι μειώνει τις διαφορές
τους σε θέματα εξειδίκευσης, εργασιακής
εμπειρίας, επιλογών και σχεδίων για το
μέλλον, και τι επιπτώσεις έχουν στη ζωή
και στην σκέψη τους.
Γιατί, αυτό που μας
απασχολεί ως πρόβλημα είναι γιατί άτομα
με διαφορετικό υπόβαθρο (background)
καταλήγουν στις ίδιες εργασίες και
παρόμοιες συνθήκες ζωής. Τι μπορεί να
σημαίνει αυτό για τη ζωή τους και το
μέλλον τους αλλά και για το τον πληθυσμό
της κοινωνίας υποδοχής. Οι κοινωνική
στρωμάτωση και οι μηχανισμοί που την
παράγουν και αναπαράγουν έχουν σημασία
διότι, εκτός από τη διερεύνηση ενός
συγκεκριμένου πληθυσμού, ίσως να μας
φωτίσουν παραπάνω για την ιστορική
περίοδο και τις σχέσεις εξουσίας και
εκμετάλλευσης στην σύγχρονη κοινωνία.
Όπως
δείχνει η βιβλιογραφία σε διεθνές και
ελληνικό επίπεδο, στην πλειοψηφία τους,
οι μετανάστες απασχολούνται σε υπηρεσίες
χαμηλού κύρους στις κοινωνίες υποδοχής.
Πρόκειται δηλαδή, για εργασίες που ένα
μέρος της βιβλιογραφίας τις αναφέρει
ως δουλειές αδιεξόδου (dead-end jobs). Ταυτόχρονα,
η εργασία σε χαμηλού κύρους υπηρεσίες
αποτελεί πηγή μιας σειράς προβλημάτων.
Τα προβλήματα αυτά αφορούν τόσο τις
συνθήκες εργασίας όσο και την ταύτιση
των μεταναστών με τα επαγγέλματα χαμηλού
κύρους. Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν
είναι γιατί οι εργαζόμενοι παραμένουν
μέσα στα συγκεκριμένα αυτά επαγγέλματα.
Οι
έρευνες λοιπόν δείχνουν πως οι εργαζόμενοι
στις υπηρεσίες χαμηλού κύρους εγκλωβίζονται
στα επαγγέλματα αυτά. Ο εγκλωβισμός
αυτός προκύπτει σε δύο επίπεδα: α. λόγω
αντικειμενικών ανισοτήτων που απορρέουν
από τις συνθήκες που επικρατούν στις
συγκεκριμένες υπηρεσίες1
και
β. λόγω καινούργιων αντιλήψεων και
προσδοκιών που διαμορφώνουν οι μετανάστες
εργαζόμενοι στις υπηρεσίες χαμηλού
κύρους. Με άλλα λόγια, λόγω της παραμονής
τους στις υπηρεσίες χαμηλού κύρους, οι
εργαζόμενοι διαμορφώνουν νέες αντιλήψεις
για την εργασία και τη ζωή τους γενικότερα
καθώς και φιλοδοξίες που αποτρέπουν
την έξοδό τους από αυτά τα επαγγέλματα
(Burawoy, 1976; Cohen, 1987; Κασιμάτη, 1992; Ψημμένος,
1995, Ψημμένος και Σκαμνάκης, 2008).
Ακόμα
λοιπόν και στα επαγγέλματα στα οποία
δεν φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα
εξέλιξης, οι μικροκοινωνιολογικές
έρευνες2
έχουν αναδείξει ότι δημιουργούνται
διάφοροι σταθμοί και στάδια από τα οποία
περνάει ο εργαζόμενος και από αυτά
αντλεί κάποιες μορφές κύρους. Οι διάφορες
αυτές πορείες όμως δεν μπορούν να γίνουν
κατανοητές χωρίς μια εντελεχή
κοινωνιολογική ανάλυση των επαγγελμάτων.
Έτσι,
έρευνες που εξετάζουν συγκεκριμένες
επαγγελματικές κατηγορίες επικεντρώνονται
σε δύο βασικούς τομείς ανάλυσης που
αφορούν τόσο τις συνθήκες ζωής που
αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι (αντικειμενικοί
παράγοντες) όσο και τις επιπτώσεις αυτών
επάνω στην σκέψη και στην δράση των
ανθρώπων
(υποκειμενικές παραμέτρους) (Ψημμένος,
2003; Κασιμάτη και Μουσούρου, 2007; Βασιλικού,
2007, Ψημμένος και Σκαμνάκης, 2008;
Παπαταξιάρχης, 2008, Οικονόμου και Φούσκας,
2011). Επιπλέον, από τα είκοσι περίπου
χρόνια έρευνας στην Ελλάδα, οι αναλυτές
διακρίνουν στους ανθρώπους που εργάζονται
στις υπηρεσίες χαμηλού κύρους πορείες
οριζόντιας παρά κάθετης κινητικότητας.
Επίσης, οι χαμηλού κύρους εργασίες
εντάσσουν και ενσωματώνουν τις εργαζόμενες
σε ένα σύστημα οικονομίας, αλληλεγγύης
και ιδεών για τον εαυτό και την κοινωνία
που αναπαράγουν την ανισότητα και την
περιθωριοποίηση.
Αναφορικά με το ζήτημα της
κοινωνικής προστασίας, σε μια πρόσφατη
μελέτη των Ψημμένου και Σκαμνάκη (2008)
που εξετάζει την περίπτωση των οικιακών
εργατριών από την Αλβανία και την
Ουκρανία ως προς την πρόσβαση τους στην
υγεία, την κοινωνική ασφάλιση, την
παιδική μέριμνα, τα εμπόδια που υψώνονται
και απομακρύνουν τις γυναίκες από τις
εν λόγο υπηρεσίες έχουν διττή διάσταση.
Αφενός πρόκειται για αντικειμενικές
παραμέτρους. Έτσι οι συγγραφείς διακρίνουν
ότι: πρώτον η έλλειψη χαρτιών εργασίας
οδηγεί στην άτυπη και ανασφάλιστη
εργασία. Με τη σειρά της όμως η άτυπη
και ανασφάλιστη εργασία δυσχεραίνει
την απόκτηση, την ανανέωση και διατήρηση
χαρτιών. Δεύτερον, για την εξασφάλιση
της επιβίωσης και της λειτουργίας της
εργαζόμενης στην οικιακή εργασία
υπάρχουν συνθήκες, κανόνες και πρακτικές
που πρέπει να ακολουθούνται, π.χ.
πολυ-εργοδοτική απασχόληση ή εσωτερική
εργασία που δυσχεραίνουν την τυπική
κοινωνική προστασία. Και τρίτον η
ανάπτυξη δεσμών με την εργοδοτική
οικογένεια, συναισθηματικών τρόπων
αντιμετώπισης της εργασίας (συγκινησιακή
εργασία) και η απομάκρυνση τους από τις
φυσικές οικογένειες εμποδίζουν περαιτέρω
την πρόσβαση των μεταναστριών στις
τυπικές μορφές κοινωνικής προστασίας.
Αφετέρου, αναφορικά με τις υποκειμενικές
παραμέτρους, αυτό που διαπίστωσαν οι
Ψημμένος και Σκαμνάκης στην μελέτη τους
είναι ότι οι δυσκολίες πρόσβασης αποκτούν
ένα σταθερό χαρακτήρα και δεν εξηγούνται
μόνο μέσα από το νομικό καθεστώς και το
εισόδημα ή τη λειτουργία της εργαζόμενης
στο συγκεκριμένο επάγγελμα. Κατά τη
διάρκεια της εργασίας οι εργαζόμενες
αποκτούν συνήθειες, αξίες και πρακτικές
που ενδυναμώνουν το άτυπο μέρος της
κοινωνικής προστασίας. Παραδείγματος
χάριν, αναπτύσσονται εργασιακοί
προσανατολισμοί που συμβάλλουν στην
διαιώνιση της άτυπης προστασίας. Έτσι,
τα αρχικά σχέδια των Ουκρανών οικιακών
εργατριών για άμεσα κέρδη και για την
γρήγορη επάνοδο στη χώρα προέλευσης
αφήνονται πίσω και η εργασία αποκτά
εκτός των άλλων και νόημα δεξιοτήτων,
προσωπικής ανάπτυξης και κοινωνικών
σχέσεων. Για τις Αλβανές, η οικιακή
εργασία ως συμπληρωματικό οικογενειακό
εισόδημα αποκτά ένα όλο και πιο αυτόνομο
προσωπικό χαρακτήρα. Και στις δύο
περιπτώσεις η ανάπτυξη πολιτισμικών
απόψεων για τη θέση και το κύρος της
γυναίκας στην οικιακή εργασία, η ανάπτυξη
έμφυλων και εθνοτικών στερεοτύπων, η
κατανόηση της εργασίας ως μορφή
ενδυνάμωσης των σχέσεων και των προσωπικών
αναγκών δυσχεραίνουν την πρόσβαση στην
τυπική προστασία.
Συνεπώς,
η περιθωριοποίηση των μεταναστριών από
την πρόσβαση τους στην κοινωνική
προστασία αυξάνεται με την ένταξη τους
στο επάγγελμα και την αγορά εργασίας
της έμμισθης οικιακής εργασίας. Αυτή η
περιθωριοποίηση δεν εξηγείται μονάχα
με αντικειμενικές παραμέτρους αλλά και
αξίες, τρόπους ζωής, αντιλήψεις και
προσδοκίες που αποκτούνται εκτός άλλων
παραμέτρων και λόγω του επαγγέλματος
και του τύπου απασχόλησης.
Με
γνώμονα τις παραπάνω προσεγγίσεις, το
επιστημονικό μου ενδιαφέρον επικεντρώνεται
στην έννοια της σταδιοδρομίας και πως
αυτή διαμορφώνεται μέσα στις υπηρεσίες
καθαρισμού στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια,
το πώς πορεύονται οι άνθρωποι μέσα στο
το επάγγελμα τους και το πως οι ίδιοι
αντιλαμβάνονται/κατανοούν την εξέλιξη
αυτή.
Από
την μέχρι στιγμής έρευνα μου προκύπτουν
ορισμένες αρχικές γενικές τάσεις.
Παραδείγματος
χάριν, όσον αφορά στις αντικειμενικές
παραμέτρους, αυτό που παρατηρείται
είναι ότι, με την πάροδο του χρόνου
υπάρχει μια βελτίωση
του επιπέδου πληρωμής.
Φαίνεται όμως πως η βελτίωση αυτή
συνδέεται και με μια άλλη παράμετρος.
Οι οικιακές εργάτριες προτιμούν την
άμεση πληρωμή, χωρίς καμία άλλη απαίτηση
όπως, παραδείγματος χάριν, η ασφάλιση
ή η ιατρική κάλυψη.
Επίσης,
είναι ενδιαφέρον πως η μέχρι τώρα έρευνά
μου φαίνεται να επιβεβαιώσει άλλες
μελέτες που έχουν αναδείξει ότι η οικιακή
εργασία παρέχει μια ευελιξία
σε
ότι αφορά τις ώρες εργασίας, τον τύπο
απασχόλησης και τους τρόπους εκτέλεσης
των καθηκόντων όπως και της επιλογής
της εργοδοτικής οικογένειας.
Παραδείγματος χάριν, στην περίπτωση
των μεταναστριών που εργάζονται ως
αυτοαπασχολούμενες εξωτερικές οικιακές
εργάτριες, φαίνεται πως ο συγκεκριμένος
τύπος απασχόλησης συνεπάγεται την
αντιμετώπιση της δουλειάς ως μια μορφή
αυτοαπασχόλησης. Επιπλέον υπάρχουν
κάποιες διαδικασίες όπως η επιλογή των
σπιτιών και η διαμόρφωση ενός πελατολογίου,
η δυνατότητα ελέγχου των ωραρίων που
δημιουργούν
μια αίσθηση αυτονομίας.
Αυτό και επειδή μια μετανάστρια σε αυτή
της την απασχόληση εκτελεί καθήκοντα
που διαμορφώνονται μέσα από τη σχέση
της με την εργοδότρια. Από την άλλη, οι
μετανάστριες οι οποίες εργάζονται στα
συνεργεία καθαρισμού υπάγονται σε έναν
πολύ πιο αυστηρό εργασιακό σχεδιασμό.
Επιπλέον,
οι διαπροσωπικές
σχέσεις που αναπτύσσουν οι εργαζόμενες
με τους εργοδότες τους
επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο
με τον οποίο αντιλαμβάνονται την εξέλιξη
τους μέσα στην εργασία. Η παρέμβαση των
εργοδοτών εκτός τους χώρου εργασίας
και σε ένα καθαρά ηθικό χώρο της
μετανάστριας εργαζόμενες έχει ως
αποτέλεσμα την ταύτιση της τελευταίας
με την εικόνα που έχει για εκείνη ο
εργοδότης. Σε αυτό το σημείο φαίνεται
να υπάρχουν διαφορές ανάλογα με τον
τύπο απασχόλησης, με τις αυτοαπασχολούμενες
να επηρεάζονται σε μεγαλύτερο βαθμό
συγκριτικά με τις μισθωτές εργαζόμενες
σε συνεργεία καθαρισμού3.
Μια τελευταία αλλά πολύ σημαντική
επισήμανση αφορά τα όρια της σταδιοδρομίας
των μεταναστριών. Από τις συνεντεύξεις
προκύπτει ότι οι μετανάστριες εργαζόμενες
στις υπηρεσίες καθαρισμού, έχουν
διαπεράσει συγκεκριμένα στάδια που
συνοδεύονται από μικρότερο ή μεγαλύτερο
κοινωνικό στίγμα: από την εσωτερική
οικιακή εργασία στην εξωτερική, από την
μονοεργοδοτική στην πολύ-εργοδοτική
εργασία, από το συνεργείο καθαρισμού
στην πολυεργοδοτική εξωτερική εργασία
στις υπηρεσίες καθαρισμού και από απλή
μισθωτή στο συνεργείο καθαρισμού σε
«προϊσταμένη» σε μια ομάδα στο συνεργείο.
Μια
πολύ ενδιαφέρουσα διάσταση της
υποκειμενικής σταδιοδρομίας των
μεταναστριών μέσα στις υπηρεσίες
καθαρισμού αφορά τη σταδιακή
ένταξη τους στους ρόλους του συγκεκριμένου
επαγγέλματος.
Εάν στην αρχή θεωρούσαν ότι ένα τέτοιο
επάγγελμα δεν είναι κατάλληλο για
εκείνες, στην πορεία αποδέχονται την
αναγκαιότητα της απασχόλησης τους σε
αυτό (για οικονομικούς και ψυχολογικούς
λόγους) και σταδιακά ταυτίζονται με την
συγκεκριμένη εργασία και αποδίδουν
στους εαυτούς τους την εικόνα της «καλής
οικιακής εργάτριας».
Πιο
πολύ, παρατηρείται η υιοθέτηση των εξής
ρόλων:
1.
«Η εργοδότρια του εαυτού»
Η
Anisoara
είναι
35 χρονών και τα τελευταία δέκα χρόνια
εργάζεται ως αυτοαπασχολούμενη οικιακή
εργάτρια. Στην αφήγηση της αναφέρει:
«Μέσα σε αυτή τη δουλειά νιώθω ελεύθερη,
πάω όποτε θέλω […] δεν έχω αφεντικό […]
για να μην σου πω ότι είναι η μοναδική
δουλειά η οποία μου επιτρέπει να μεγαλώσω
τα παιδιά μου».
2.
«Η αξιοπρεπή γυναίκα»
Η
Alina,
μια νέα κοπέλα 26 ετών η οποία εργάζεται
ως οικιακή εργάτρια από τα 16 της λέει
αναφερόμενη στην δουλειά της: «αυτή
είναι θέση για μια σοβαρή κοπέλα, μια
οικογενειάρχισσα δεν μπορεί να δουλέψει
σε καφετέρια, αυτό είναι για τις κοπέλες
που θέλουν να βγάλουν εύκολα χρήματα,
δεν είναι για μια σοβαρή κοπέλα».
3.
«Η
κοσμοπολίτισσα»
Για
την Nuti,
45 ετών,
μισθωτή οικιακή εργάτρια σε συνεργείο
καθαρισμού, η εμπειρία της οικιακής
εργασίας έχει ένα βαθύτερο νόημα.
Σταδιακά αποκτά την εξής αντίληψη για
τη δουλειά της: «Είναι ψυχαγωγικό να
πάω στη δουλειά. Είμαι μια κυρία, ντυμένη
στα λευκά, με στολή. Όταν φτάνω στη
Ρουμανία, δεν μου αρέσει άλλο να κάνω
αυτό που έκανα. Παρότι κι’ εδώ είναι
δουλειά [εννοεί σκληρή] εδώ είσαι μια
κυρία, με την τσάντα στον ώμο, σε κοιτούν
σαν να είσαι από πιο ψηλά».
Κλείνοντας
θα έλεγα ότι η έννοια της σταδιοδρομίας
εάν και εν πολλής παραμελημένη, επανέρχεται
διότι στην κοινωνική πολιτική δεν είναι
μόνο το θεσμικό ή το νομοθετικό πλαίσιο
που έχουν σημασία. Είναι φανερό πως δεν
μπορούμε να παραμελήσουμε το πώς τα
ίδια τα υποκείμενα δρουν, αντιλαμβάνονται
και αντιδρούν μέσα σε ένα κοινωνικό
χώρο.
Ακόμα,
η διερεύνηση της σταδιοδρομίας μέσα
στην οικιακή εργασία, ένα κατεξοχήν
χαμηλού κύρους επάγγελμα, μπορεί να
συνεισφέρει στην παροχή αποσαφηνίσεων
του γιατί οι μετανάστες εργαζόμενοι
στις υπηρεσίες καθαρισμού παραμένουν
σε επαγγέλματα που δεν τους επιτρέπουν
την ανάπτυξη κοινωνικού κύρους.
1
Πιο συγκεκριμένα, αφορά τις υπάρχουσες
ανισότητες από την άποψη των αμοιβών,
των πόρων, της κοινωνικής ασφάλισης
στις οποίες εκτίθενται οι εργαζόμενοι.
2
Παραδείγματος χάριν, η πρωτοποριακή
μελέτη του Cressey δείχνει ότι ακόμα και
στα επαγγέλματα που σχετίζονται με τη
βιομηχανία του σεξ, τα υποκείμενα
διαμορφώνουν κάποιες πορείες από τις
οποίες αντλούν κύρος. Βλέπε επίσης
Anderson, 1923; Newby, 1977.
3
Στην ερευνά του, ο Fanon θέτει το ζήτημα
αυτό όταν εντοπίζει μια έντονη
αυτοαναίρεση από την πλευρά των μαύρων
της Αμερικής. Η αυτοαναίρεση έχει να
κάνει με το ότι η υποτέλεια και η
αλλοτρίωση στον ηθικό χώρο έχουν σαν
αποτέλεσμα οι μαύροι να βλέπουν τον
εαυτό τους όπως τους έβλεπαν οι άσπροι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου